ὑποσπαδίας

ὑποσπαδίας
ὑποσπαδίᾱς , ὑποσπαδίας
one who has the orifice of the urethra too low
masc acc pl
ὑποσπαδίᾱς , ὑποσπαδίας
one who has the orifice of the urethra too low
masc nom sg (attic epic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • υποσπαδίας — (Ιατρ.). Είναι η διάσταση του κάτω τοιχώματος της ουρήθρας. Απαντά κυρίως στους άντρες. Στην περίπτωση του υ. το κάτω τοίχωμα της ουρήθρας δεν έχει πλήρη διάπλαση και το εξωτερικό της στόμιο δε βρίσκεται στην κανονική του θέση στη βάλανο του… …   Dictionary of Greek

  • ὑποσπαδίαι — ὑποσπαδίας one who has the orifice of the urethra too low masc nom/voc pl ὑποσπαδίᾱͅ , ὑποσπαδίας one who has the orifice of the urethra too low masc dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποσπαδίαση — η, Ν ιατρ. η διαμαρτία τού υποσπαδία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑποσπαδίας + κατάλ. ίαση*] …   Dictionary of Greek

  • υποσπαδιαίος — αία, ον, Α υποσπαδίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + θ. σπα δ τού ρ. σπάω* (πρβλ. σπάδων «ευνούχος») + κατάλ. ιαῖος*] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”